Ζ ζουλίζω, ζουλώ, ξεζουλίζω Από cretanlexiko - 29 Μαΐου, 2016 0 17 συμπιέζω ή συνθλίβω κάτι μαλακό, εκθλίβω. Συνήθης φράση: Ηκατσες απάνω στσι ντομάτες και εζούλισες τσι μισές