Ξ ξοδιάζω Από Lexiko - 31 Ιουλίου, 2016 0 24 κάνω έξοδα, ξοδεύω, χαλάω τα λεφτά μου. Συνήθεις φράσει: Όποιος ξοδιάσει δεκαοχτώ , και δε σοδιάσει τριάντα, στη φυλακή τον έχουνε, και δέ κατέχει γιάιντα. Ή: Κι αν εξόδιασα λεφτά σε κεινονά το σπίτι