Ξ ξεμούριστος, αξεμούριστος -η -ο Από Lexiko - 24 Αυγούστου, 2016 0 23 αισχρολόγος, χυδαίος, αθυρόστομος που λέει λόγια σεξουαλικού περιεχομένου με χυδαίο τρόπο, ο μη έχων σοβαρότητα. Συνήθης φράση: Αυτός τσίπα δεν έχει απάνω ν-του ο αξεμούριστος