Ξ ξεμαγαρίζω Από Lexiko - 24 Αυγούστου, 2016 0 10 ξεβρωμίζω, απαλλάσσομαι από την παρουσία κάποιου ή από κάτι διώχνοντας το. Συνήθης φράση: Ηβρεξε σήμερο και εξεμαγάρισε το χωργιό από τσι σκόνες και τσι βρωμιές. Ή: Επόβγαλά τηνε από το σπίτι και εξεμαγάρισα