Ξ ξεφκαρώνω Από Lexiko - 4 Αυγούστου, 2016 0 4 αφαιρώ κάτι, βγάζω κάτι από κάπου με δυσκολία. Συνήθεις φράσεις: Ω τσι παντέρμους τσι χοχλιούς ανε ξεφκαρώνουνε! Ή: Πχιάσε εκειέ την αρβύλα μου να τη τραβήξεις, γιατί δε ξεφκαρώνει