Τ τσουράς, τσιτρέτο, τσακί, μπιτσακάκι, τσακάκι, σφαλιχτάρι (ο) Από cretanlexiko - 28 Ιουνίου, 2016 0 162 μαχαίρι τσέπης που κλείνει, σουγιάς, σουγιαδάκι που κλείνει (Τουρκ. caki)