Τ ταύκος (ο) Από Lexiko - 23 Οκτωβρίου, 2016 0 48 φυσικό πηγάδι βαθύ σαν χαράδρα. (Τη νύχτα το θεωρούσαν τρομαχτικό και άμα πετάξεις μια πέτρα μέσα ακούγεται ένας υπόκωφος θόρυβος)