Σ σβουρίζω Από Lexiko - 26 Μαρτίου, 2017 0 25 γυρίζω γύρω γύρω σα τη σβούρα, περιστρέφομαι, κάνω τον ήχο της σβούρας ή του εντόμου ”σβούρος”, κάνω φασαρία. Συνήθης φράση: Μα ήντα ‘ναι ετονά που σβουρίζει στα αφθιά μου? (κάνει ενοχλητικό θόρυβο)