Σ σιργουλοπιάνω, σιργουλεύω, σιργουλεύγω Από Lexiko - 5 Φεβρουαρίου, 2017 0 13 καλοπιάνω, πιάνω με το μαλακό, προσπαθώ να πείσω με μαλακό τρόπο κάποιον