Π προημερνές, προ καιρού Από Lexiko - 2 Σεπτεμβρίου, 2017 0 8 τις προάλλες. Συνήθης φράση: τσι προημερνές που κατάβηκα στο παζάρι, πουλούσανε τσι όρνηθες μισιτιμής