Π πατούλια (η) Από Lexiko - 9 Απριλίου, 2018 0 86 παλαιότερα ένοπλη συντροφιά, κατηγορία ανθρώπων, παρέα συνομηλίκων, παρέα. Συνήθης λαϊκή φράση: Ηντα να σου κάμει και ένας καλός, σε μια κακή πατούλια