Π πασαλίκι (η) Από Lexiko - 9 Απριλίου, 2018 0 16 αραλίκι, η καλοπέραση, η ζωή σαν του πασά, αλλά και το πασαλάκι. Συνήθης φράση: Αυτή είναι ζωή, πασαλίκι κι άγιος ο θεός