Ν ντρετώνω, ντρεθιώνω Από cretanlexiko - 28 Ιουνίου, 2016 0 16 ισιώνω, παίρνω τον ίσιο δρόμο. Συνήθεις φράσεις: Πάρε ετονέ το σίντερο να ιδούμε, το ντρεθιώνεις; (ισιώνεις) Ή: Εδα εντρέτωσε η δουλειά μας (πήρε το σωστό δρόμο), ενώ ειρωνικά: εσωντρέτωσε η δουλειά μας (=εστράβωσε η δουλειά)