Ν νταντουλιάσανε Από Lexiko - 25 Σεπτεμβρίου, 2016 0 13 γίνανε πλαδαρά, και κουνιώνται πέρα δώθεν. Συνήθης φράση: Αυτή είχε κάποτε σφιχτά στήθη, μα δα εγέρασε και νταντουλιάσανε