Λ λείφτομαι, λείβομαι Από cretanlexiko - 19 Ιουνίου, 2016 0 313 μου σώνεται κάτι, μου λείβεται κάτι. Συνήθης φράση: Ανε σου λειφτεί η ζάχαρη πέ μου