Κ κουτσοψώλης (ο) Από cretanlexiko - 15 Ιουνίου, 2016 0 41 ο έχων κοντό ή κομμένο πέος. Συνήθης φράση παροιμία: Μια τη παθαίνει ο κομποτής και δυό ο κουτσοψώλης