Κ κούντουρος -η -ο, κουντούρης Από cretanlexiko - 15 Ιουνίου, 2016 0 40 βραχύς, κοντός. Συνήθης φράση: Εγώ ‘πεμπα το σκύλο μου, κι ο σκύλος την οριά του, μα η οριά του ήταν κούντουρη και πήγα αμοναχός μου