Α απολυταρώ, σφεντουρώ, απολυταρίχνω Από cretanlexiko - 26 Ιουνίου, 2016 0 20 πετάω με μίσος κάτι μακριά, εκσφενδονίζω. Συνήθης φράση: Δε μ’ άρεσε και το σφεντούριξα άλλη μπάντα