Α αναντρανίζω, ανεντρανίζω Από Lexiko - 23 Οκτωβρίου, 2016 0 179 ζωηρεύω, εμψυχώνομαι, αναζωογονούμαι, αναβλέπω, αναθαρρύνω, σηκώνομαι και παίρνω κουράγιο, παίρνω δυνάμεις, δυναμώνω