Α αχτιμάνι (το), αμπούνια (η) Από cretanlexiko - 28 Μαΐου, 2016 0 23 μίσος, έχθρα. Συνήθης φράση: Μα ήντα αχτιμάνι είναι εκειονά πού μού χει αυτός ο άθρωπος, και χωρίς να του κάνω πράμα, εγώ φταίω που η γυναίκα ντου ήθελε εμένα;