Β βρωμιάρα, μαγαρισά (η) Από cretanlexiko - 28 Μαΐου, 2016 0 61 γυναίκα κακοφτιαγμένη με άσχημη μυρωδιά. Συνήθης φράση: Άστηνε μα αυτή είναι βρώμα και μαγαρισά