Ν νιάψης (ο) Από Lexiko - 25 Σεπτεμβρίου, 2016 0 49 κακόφαγος, ο δύσκολος στο φαγητό. Συνήθης φράση: Αντε μωρέ νιάψη που δεν είσαι ικανός μουδε να φας, και θες να δουλέψεις κιόλας