Κ κουτσουναρίζω Από cretanlexiko - 15 Ιουνίου, 2016 0 34 στάζω ή τρέχω λίγο λίγο. Συνήθης φράση: Πάρε ένα βαρέλι και βάλε το στο μπαλκόνι εκειά που κουτσουναρίζει το νερό τση βροχής, για να γεμώσει