Φ φόγκρα (η) Από Lexiko - 10 Ιουλίου, 2016 0 207 η κακιά, άγρια, ύπουλη και επικίνδυνη γυναίκα. Συνήθης φράση: Η πεθερά ντου είναι φόγκρα, σκέτη λιόχεντρα